Labrador Λαμπραντορ

Εξωτερικά χαρακτηριστικά ενος λαμπραντορ.
Τα Λαμπραντορ είναι σκυλιά μεσαίου προς μεγάλου μεγέθους. Συγκεκριμένα, το ύψος ενός αρσενικού Λαμπραντόρ κυμαίνεται από 56 έως 63 εκατοστά ενώ το αντίστοιχο του θηλυκού από 54 έως 60 εκατοστά. Όσον αφορά το βάρος, ένα αρσενικό Λαμπραντόρ συνήθως ζυγίζει από 30 έως 36 κιλά ενώ ένα θηλυκό από 27 έως 32 κιλά.

Το τρίχωμα του Λαμπραντορ είναι σχετικά κοντό και γυαλιστερό. Οι χρωματισμοί που μπορεί να έχει είναι μαύρο, καφέ και κίτρινο.

Description

Ιστορία των λαμπραντορ

Η καταγωγή του Λάμπραντορ δεν είναι απόλυτα εξακριβωμένη, ωστόσο γνωρίζουμε ότι η φυλή έφτασε στην Αγγλία από την Ανατολική ακτή του Καναδά – από τη Νέα Γη και τα νησιά του Saint John. Στις αρχές του 18ου αιώνα οι Ευρωπαίοι μετανάστες ψαράδες που αλίευαν στα κρύα νερά της Νέας Γη, χρησιμοποιούσαν σαν βοηθούς αυτά τα σκυλιά που είχαν την ικανότητα να επαναφέρουν τα ψάρια που είχαν πέσει από τις βάρκες και να τραβούν στην ακτή τα δίκτυα των ψαράδων.

Το κοντό και παντός καιρού διπλό τρίχωμα του Λάμπραντορ ήταν ιδανικό για να αναλαμβάνει τέτοιες εργασίες στην ξηρά αλλά και στο νερό υπό αυτές τις παγωμένες θερμοκρασίες.

Τα σκυλιά των ψαράδων όχι μόνο έπρεπε να βοηθήσουν να μεταφέρουν στη μεταφορά των δικτυών και να ανακτήσουν τα ψάρια που βγήκαν απο αυτά, αλλά έπρεπε επίσης να είναι σε θέση να ανακτήσουν τα πουλιά και τα υδρόβια πουλιά στο κυνήγι.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το είδος αυτό προήλθε από διασταυρώσεις σκυλιών που έφεραν μαζί τους οι Ευρωπαίοι μετανάστες με ντόπια σκυλιά και έτσι γεννήθηκε το Labrador retriever.

Στην Πορτογαλία σήμερα υπάρχει μια φυλή σκύλων που έχει μια αρκετά μεγάλη ομοιότητα με τα Λάμπραντορ, τα Cane di Castro Laboreiro Waterdog και ίσως το όνομα Labrador να προέρχεται από εκεί μια και η περιοχή Saint John που κατάγονται αυτά τα σκυλιά βρίσκεται νότια του Labrador.

Είναι πολύ πιθανόν πολλά χαρακτηριστικά της φυλής, όπως η επαναφορά αλλά και η περιβόητη όρεξη τους για φαγητό να προέρχονται από εκείνη την περίοδο.

Τα σκυλιά αυτά ενδεχομένως να ταΐζονταν κατά την περίοδο του χειμώνα κατά την οποία βοηθούσαν στην μεταφορά ξύλων για το κάπνισμα των ψαριών και να αφήνονταν ελεύθερα να βρουν μόνα τους τροφή το καλοκαίρι, συνεπώς κυνηγούσαν μόνα τους ψάρια για να αυτοσυντηρηθούν.

Γι’ αυτό τα Λάμπραντορ ακόμα και σήμερα φαίνεται ότι μπορούν να φάνε τα πάντα και οι περισσότεροι ιδιοκτήτες θα συμφωνήσουν ότι ακόμα και το πιο καλοταϊσμένο Λάμπραντορ δε θα έλεγε όχι σε λίγο φαγητό ακόμα.

Διάδοση στην Ευρώπη

Οι ψαράδες μετέφεραν μερικά από τα καλύτερα αυτά σκυλιά στην Αγγλία για να πωληθούν στα λιμάνια του Ντόρσετ[1]. Τα νέα της καταπληκτικής ικανότητας τους για επαναφορά διαδόθηκαν γρήγορα, και πλούσιοι γαιοκτήμονες αποφάσισαν να τα δοκιμάσουν στο κυνήγι.

Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα το Λάμπραντορ είχε καθιερωθεί σαν εξαιρετικό retriever (σκύλος επαναφοράς) τόσο στο νερό όσο και την ξηρά, και σαν εξαιρετικά ευφυής και πράος χαρακτήρας.

Αυτοί οι πρώτοι εισαγωγείς έκαναν εξαιρετική δουλειά, διατηρώντας τις γραμμές αίματος καθαρές και θεσπίζοντας ένα στάνταρντ φυλής που ελάχιστα έχει αλλάξει μέχρι σήμερα.

Είμαστε ευγνώμονες σε αυτούς τους ανθρώπους, τον συνταγματάρχη Πήτερ Χόκερ (Peter Hawker), τον Δούκα του Buccleuch, τους Earls Malmesbury και Ηome και πολλούς άλλους που έθεσαν τις στέρεες βάσεις στην φυλή.

Παρόλο που η καταγωγή του Λάμπραντορ είναι από τον Καναδά, η φυλή οφείλει την ύπαρξη και εδραίωση της σε αυτούς τους γαιοκτήμονες του δέκατου ένατου αιώνα που αναγνώρισαν τις εκπληκτικές ικανότητες των Λαμπραντορ στο κυνήγι και στην επαναφορά.

Θεσπίζοντας το ‘στάνταρντ’ της φυλής των Λάμπραντορ

Το Labrador retriever club της Αγγλίας επιχείρησε το 1916 να θεσπίσει το στάνταρ της φυλής. Μέχρι τότε επιτρέπονταν οι διασταυρώσεις μεταξύ των ριτρίβερ και τα κουτάβια από τις γέννες εγγράφονταν στην φυλή στην οποία έμοιαζαν περισσότερο.

Για παράδειγμα σε μια γέννα από Λάμπραντορ και Φλάτκουτ τα κουτάβια θα καταχωρούνταν στα μητρώα της φυλής με την οποία θα είχαν μεγαλύτερη εξωτερική ομοιότητα.

Η επιτροπή αυτή θέσπισε το στάνταρ της φυλής που αναγνωρίστηκε από τον Αγγλικό Κυνοφιλικό Όμιλο και που παρέμεινε αναλλοίωτο μέχρι το 1950.

Το 1830 ο συνταγματάρχης Hawker αναφέρθηκε στα σκυλιά ύδατος του ST Johns ως, “κατά πολύ το καλύτερα για οποιοδήποτε είδος κυνηγιού είναι γενικά μαύρος και όχι μεγαλύτερος από έναν pointer, πολύ δυνατός στα πόδια με την κοντή ομαλή τρίχα και η ουρά του δεν κατσαρώνει τόσο πολύ, εξαιρετικά γρήγορα ανακτά, κολυμπά και παλεύει.”.”

Δεν πήρε πολύ πριν να αρχίσουν οι ψαράδες να φέρνουν πίσω όχι μόνο αλιεία από την νέα γη, αλλά και μερικά από καλύτερα retrievers, για να πωληθούν στην αγορά. Ο κύριος λιμένας της εισαγωγής για τα “σκυλιά ύδατος του ST Johns” ήταν ο λιμένας Poole, και στο 1830 αυτά τα πολύτιμα σκυλιά πήγαν στα εκλεκτικά προγράμματα αναπαραγωγής στην Αγγλία και τη Σκωτία..

Αλλά ενώ η αναπαραγωγή στη Μεγάλη Βρετανία συνεχίστηκε, οι βαριοί φόροι σκυλιών στον Καναδά, καθώς επίσης και ένας αγγλικός νόμος καραντίνας, σήμαναν το τέλος για το αρχικό απόθεμα αναπαραγωγής στη νέα γη.
ο 5ος δούκας Buccleuch και ο 7ος δούκας Queensberry, διαδέχτηκαν τον πατέρα τους dukedom Buccleuch το 1819.

Ο 5ος δούκας ήταν επίσης ένας από τον πρώτους που εισήγαγε τα σκυλιά του Λαμπραντόρ από τη νέα γη στο 1830, ακριβώς όπωςο αδελφός του Lord John Scott, και 2ος Earl of Malmesbury.

Στα βιβλία εκτροφείου του βρίσκουμε τα σκυλιά που ανήκουν τα πρώτα -πρώτα καταγραμμένα retrievers του Λαμπραντορ: Lord Malmesbury’s Sweep (1877) και Lord Malmesbury’s Juno (1878). Παρήγαγαν την Buccleuch Ned (1882).

Σε μια επιστολή του το 1887, στον 6ο δούκα Buccleuch, ο 3ος κόμης Malmesbury αποκάλεσε αρχικά τα σκυλιά “σκυλιά του Λαμπραντορ.” “Tα λέμε πάντα τα σκυλιά του Λαμπραντόρ και έχω κρατήσει τη φυλή τόσο καθαρή όσο θα μπορούσα από τον πρώτο που είχα – η πραγματική φυλή μπορεί να αναγνωρισθεί από το κοντό τρίχωμα που διώχνει το νερό όπως το πετρέλαιο, και, πάνω απο όλα, μια ουρά όπως μια ενυδρίδα.”

H πρώτη σελίδα Stud Book του Duke of Buccleuch’s Labrador Retrievers

Όταν άρχισαν να οργανώνονται κυνήγι του φασιανού, και ο αγριόγαλλος και οι πέρδικες έγιναν δημοφιλείς μεταξύ της ανώτερης τάξης προς το τέλος του δέκατου όγδοου και των δέκατων έννατου αιώνα, το retriever του Λαμπραντόρ έγινε δημοφιλές, και όλο και περισσότεροι pointers και setters αντικαταστάθηκαν με retrievers.

Στις 7 Ιουλίου 1903 το retriever του Λαμπραντορ αναγνωρίστηκε αρχικά ως ειδική φυλή από τη Kυνολογικό Όμιλο, όταν αποφασίστηκε να δοθούν οι κατηγορίες στον Όμιλο παρουσιάζει τα Labradors ως χωριστή φυλή. Στις 3 Νοεμβρίου ..1903, το retriever του Λαμπραντόρ αναγνωρίστηκε οριστικά ως χωριστή φυλή, και στις 3 Ιανουαρίου ..1905, η φυλή ταξινομήθηκε χωριστά ως υποποικιλία retrievers.

Μέχρι το 1880 όλα σχεδόν τα Labrador (st John’s dogs) είχαν εξαφανιστεί από την Αγγλία. Μία τυχερή συνάντηση μεταξύ των Earl of Malmesbury σε ηλικία 75 χρονών με τον Duke of Buccleuch (1831-1914) και τον Duke of Home (1834-1918) έσωσε τα λαμπραντορ απο την εξαφάνιση.

Όταν συμμετείχαν σε κυνήγι οι δύο άνδρες εντυπωσιάστηκαν απο την ικανότητα των σκύλων του Malmesbury ο οποίος τους έδωσε μερικά για να συνεχίσουν το πρόγραμμα αναπαραγωγής αυτά τα σκυλιά ήταν η Ned (1882) και ο Avon (1865)

Γενική Περιγραφή:

Δυνατό, πολύ δραστήριο. Ανοιχτά λαγόνια (πλευρά), δυνατά και μυώδη πίσω άκρα. Eύκολα εκπαιδεύσιμο, καλό με τα παιδιά και άλλα σκυλιά, πιστό στην οικογένεια. Θέλει να ευχαριστεί. Eυγενικό, πιστό, δεν φοβάται τη σκληρή δουλειά. Kανένα δείγμα επιθετικότητας. Kατάλληλο για κυνήγι, συντροφιά, και εργασία.

Προέλευση: Aρχές 19ου φτάνει στη Nέα Γη (Kαναδάς) απο την Aγγλία.
Aρχικός προορισμός φυλής: Συλλογή ψαριών που ξέφευγαν απο τα δίχτυα των ψαράδων,  και επαναφορά πουλιών νερού κατά το κυνήγι στις παγωμένες λίμνες.
Xρώμα: Mαύρο, μπεζ, κίτρινο, σοκολατί
Mέγεθος: μεγάλο

θηλυκό
Ύψος στα ακρώμια: 53-58 cm
Bάρος: 25-32 kg

Αρσενικό
Ύψος στα ακρώμια: 56-61 cm
Bάρος: 27-34 kg

Τρίχωμα – περιποίηση:

Tρίχωμα κοντό, σκληρό, ίσιο, πυκνό, γυαλιστερό. Λίγο βούρτσισμα αρκεί για να το διατηρεί σε εξαιρετική κατάσταση.
Aνάγκη για άσκηση: Πολύ δραστήριο, δεν μπορεί να ζεί σε περιορισμένο χώρο. Xρειάζεται καθημερινή ανθρώπινη επαφή. Λατρεύει την έντονη άσκηση και ιδιαίτερα το κολύμπι.

Xαρακτήρας – συμπεριφορά – μάθηση:

Διαχυτικό, φιλικό, έξυπνο, υπομονετικό, κοινωνικό, εργατικό, καθόλου επιθετικό, εξαιρετικό με τα παιδιά. Σταθερός χαρακτήρας. Mαθαίνει πολύ εύκολα, καλό σε εκπαίδευση υπακοής, μέτριο σε επίλυση προβλημάτων.

Eιδικές ικανότητες: Ευαίσθητη μύτη, επαναφορά αντικειμένων, δεινός κολυμβητής, εύκολη μάθηση.

Eυαισθησίες φυλής – ασθένειες: Γενικά πολύ ανθεκτικό. Πιθανά προβλήματα: δυσπλασία των ισχύων, επιληψία, προοδευτική ατροφία του αμφιβληστροειδή, δερματικές αλλεργίες
Kατάλληλο για: Σκύλος αθλοπαιδιών και κυνηγιού, οδηγός τυφλών, ανιχνευτής ναρκωτικών και εκρηκτικών, ναυαγοσώστης, σκύλος συντροφιάς για οικογένειες, παιδιά, άτομα με ειδικές ανάγκες.

Aκατάλληλο για: Φύλακας , σωματοφύλακας.

Iδανικό αφεντικό: Δραστήριο, με αγάπη για κίνηση, άσκηση, και διάθεση για παιχνίδι και μεγάλες βόλτες, πάντα μαζί με το σκύλο.

Iδανικό περιβάλλον διαβίωσης: Ένας μικρός κήπος ή αυλή αρκεί σε συνδιασμό με πολλή άσκηση. Aνάγκη για δράση και ανθρώπινη συντροφιά.

Additional information

ΓΕΝΟΣ

Αρσενικό, Θηλυκό